Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

564/2008 ΕΦ ΘΕΣΣΑΛ

Γονική μέριμνα. Διακοπή συμβίωσης συζύγων. Η γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων μπορεί να ανατεθεί σε έναν από τους γονείς, σε τρίτο πρόσωπο, ή να κατανεμηθεί μεταξύ των γονέων.

ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 564/2008

ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης των συζύγων η άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων τέκνων μπορεί να ανατεθεί σε έναν από τους γονείς , σε τρίτο πρόσωπο, ή να κατανεμηθεί μεταξύ των γονέων. Για τη λήψη της σχετικής απόφασης το δικαστήριο λαμβάνει υπ όψιν του τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες, που έκαναν οι γονείς του τέκνου, σχετικά με την επιμέλεια και τη διοίκηση της περιουσίας του.
Λαμβάνεται υπ όψιν το συμφέρον του τέκνου, υπό την γενική έννοια και εξετάζονται όλα τα επωφελή και πρόσφορα μέτρα για τον ανήλικο. Ανάλογα με την ωριμότητα του ανηλίκου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, εφόσον αυτή έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 564/2008
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1510 παρ.1,1511 παρ.1,2,1513 παρ. 1 εδ.1, 1514 και 1518 παρ. 1 του Α.Κ. προκύπτει ότι η γονική μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων του, οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει, τόσο την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου, η οποία περιλαμβάνει, ιδίως, την ανατροφή, επίβλεψη, μόρφωση και εκπαίδευση εκείνου, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του, όσο και τη διοίκηση της περιουσίας του τέκνου και την εκπροσώπηση του σε κάθε υπόθεση, δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του (ΑΠ 215/1998 ΕλλΔνη 39.1277). Σε περίπτωση διακοπής της συμβιώσεως των συζύγων, καταργήσεως του συζυγικού οίκου και δημιουργίας χωριστής εγκατάστασης των γονέων, η άσκηση της γονικής μέριμνας του ανηλίκου του τέκνων των, κατόπιν άσκησης σχετικής αγωγής, ρυθμίζεται από το δικαστήριο, το οποίο μπορεί να την αναθέσει σε έναν από τους γονείς ή και σε τρίτο ή να την κατανείμει μεταξύ των γονέων. Για τη λήψη της σχετικής απόφασης το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου, σχετικά με την επιμέλεια και τη διοίκηση της περιουσίας του, η οποία επιμαρτυρει την κοινή και κατά τεκμήριο αντικειμενική αντίληψη για το συμφέρον του τέκνου, το οποίο (συμφέρον) πρέπει να αποτελεί την κατευθυντήρια γραμμή για τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας, το συμφέρον δε τούτο, εφόσον δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός από το νόμο, λαμβάνεται υπό έννοια ευρεία και γενική και για τη διαπίστωση της συνδρομής του εξετάζονται σε συνδυασμό και συνθετικά όλα τα επωφελή και πρόσφορα για το ανήλικο τέκνο στοιχεία και περιστάσεις (βλ. ΑΠ 1785/2002 ΕλλΔνη 45.95, ΑΠ 1728/1999 ΕλλΔνη 41.973, ΑΠ 834/1996 ΕλλΔνη 38.791, ΑΠ 634/1996 ΕλλΔνη 37.1549, ΑΠ1019/1994 ΕλλΔνη 36.1064, ΕφΑΘ 1559/2000 ΕλλΔνη 41.1378). Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του, εφόσον αυτή έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου. Ιΐντως, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου η γνώμη του ανηλίκου (επιχ. από το άρθρο 681Γ§4ΚΠ)λΔ) ούτε, βεβαίως, επιβάλλεται στο δικαστήριο να συμμορφώνεται προς τη γνώμη αυτού (βλ. ΑΠ 561/2003 ΕλλΔνη 45.1029).
Στην προκείμενη περίπτωση, από τις καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, αντίγραφο των οποίων επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από την προσωπική επικοινωνία του Εισηγητή του Δικαστηρίου αυτού με τις ανήλικες Α. και Ν. και από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εκτός από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τον εφεσίβλητο υπεύθυνες δηλώσεις σε έντυπα του ν. 1599/1986, οι οποίες αποτελούν ανεπίτρεπτα αποδεικτικά μέσα, διότι, όπως από το περιεχόμενο τους προκύπτει, έγιναν επίτηδες για να χρησιμεύσουν στην προκείμενη δίκη, κατά τη διάρκεια του παρόντος δικαστικού αγώνα, χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις του νόμου (άρθρο 671 ΚΙΙλΔ), για την εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο ή εκτός αυτού (βλ. ΟλΑΠδ/1987 ΝοΒ 1988.75, ΑΠ 631/2004 Τ.Ν.Π Νόμος, ΑΠ 611/1999 ΕλλΔνη 41.67), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Η πρώτη ενάγουσα - εναγομένη και στην παρούσα δίκη πρώτη εκκαλούσα και ο εναγόμενος - ενάγων και νυν εφεσίβλητος, τέλεσαν νόμιμο γάμο, σύμφωνα με τους ιερούς Κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, το έτος 1996 και από το γάμο τους αυτόν απέκτησαν δύο τέκνα, την Α., που γεννήθηκε στις 27.4.1997 και την Ν., που γεννήθηκε στις 14.1.1999. Η έγγαμη συμβίωση τους δεν εξελίχθηκε ομαλά και διακόπηκε οριστικά κατά μήνα Δεκέμβριο του έτους 2003 και έκτοτε τα ως άνω ανήλικα διαμένουν με τη μητέρα τους. Με πρακτικό συμβιβασμού του Μονομελούς φωτοδικείου Έδεσσας (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) οι γονείς των ανηλίκων συμφώνησαν να ανατεθεί αποκλειστικά η άσκηση της επιμέλειας των τέκνων τους στη μητέρα τους. Τα ανήλικα, λόγω της μικρής τους ηλικίας και των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από τη διακοπή της οικογενειακής συνοχής, έχουν απόλυτη ανάγκη ψυχικής ηρεμίας, καθώς και των μητρικών φροντίδων και περιποιήσεων, ενώ η μητρική αγάπη, στοργή και θαλπωρή, κατά το στάδιο αυτό, είναι απαραίτητη για την, περαιτέρω, ομαλή τους ανάπτυξη. Η μητέρα τους είναι υγιής και φιλόστοργη, άξια και ικανή να διαπαιδαγωγήσει σωστά τα τέκνα της και να συμβάλλει θετικά και υπεύθυνα στην, περαιτέρω, ομαλή ψυχοσωματική και ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη. Αυτή, από της γεννήσεως των τέκνων της, διαμένει μαζί τους, ασχολούμενη με την εκτέλεση των καθηκόντων της, που απορρέουν από την επιμέλεια των τέκνων της και έχει δημιουργήσει ένα ομαλό και ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον, που παρέχει όλα τα εχέγγυα για τη σωστή τους ανάπτυξη. ’σκησε με απόλυτη επιτυχία μέχρι τώρα την επιμέλεια των τέκνων της, με γνώμονα την καλή σωματική και ψυχοδιανοητική τους ανάπτυξη, αυτό δε αποτελεί εγγύηση ότι και στο μέλλον θα επιτελεί το καθήκον της αυτό με την ίδια στοργή και γνώση. Αισθήματα αγάπης για τα τέκνα του τρέφει και ο πατέρας τους, ο οποίος είναι ηθικό άτομο και επιδεικνύει αμέριστο ενδιαφέρον για την ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξη αυτών. Με την εκκαλούμενη απόφαση ανατέθηκε η άσκηση της επιμέλειας των ως άνω ανηλίκων στη μητέρα τους. Η τελευταία, με σχετικό λόγο της υπό κρίση έφεσης, προσβάλλει την ως άνω διάταξη της εκκαλουμένης, ισχυριζόμενη ότι έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που της ανέθεσε μόνον την επιμέλεια, ενώ, αν εφάρμοζε το νόμο και εκτιμούσε ορθά τις αποδείξεις, έπρεπε να της αναθέσει αποκλειστικά το σύνολο της γονικής μέριμνας. Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος, που να επιβάλλει την ανάθεση και των λοιπών, πλην της επιμέλειας, λειτουργιών της γονικής μέριμνας των ανηλίκων, ήτοι της διαχειρίσεως της περιουσίας αυτών και της εκπροσώπησης τους σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία τους, στη μητέρα τους. Αντίθετα μάλιστα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, το αληθινό συμφέρον των ανηλίκων, το οποίο (συμφέρον) πρέπει να αποτελεί την κατευθυντήρια γραμμή για τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην ανωτέρω νομική σκέψη, επιβάλλει οι λοιπές λειτουργίες αυτής (γονικής μέριμνας) να ασκούνται από κοινού και από τους δύο γονείς. Τούτο δε διότι, τυχόν αποκλειστική ανάθεση όλων των λειτουργιών της γονικής μέριμνας στη μητέρα τους, θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων στον πατέρα αίσθημα αποξενώσεώς του από τα τέκνα του και αφορμή για επίταση της ήδη υπάρχουσας μεταξύ των συζύγων αντιπαλότητας, που θα είχε ως επακόλουθο μόνο ζημία για τα ανήλικα, ενώ, αντίθετα, η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας των ανηλίκων θα συντελέσει στην ενίσχυση του ψυχικού και συναισθηματικού δεσμού αυτών με τον πατέρα τους και θα τονώσει τους ηθικούς δεσμούς και με τους δύο γονείς τους, θα αυξήσει δε περισσότερο την εμπιστοσύνη και αγάπη τους προς αυτούς, η δε αιτούμενη από την πρώτη εκκαλούσα ρύθμιση θα λειτουργούσε αποτρεπτικά και για την ενδεχόμενη απόκτηση εκ μέρους των ανηλίκων εμπραγμάτων περιουσιακών στοιχείων, λόγω γονικής παροχής ή δωρεάς εκ μέρους του πατέρα τους και των γονέων αυτού. Επιπλέον, θα παρέχει στους γονείς τους και ειδικότερα στον πατέρα τους, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια αυτών, το αίσθημα συμμετοχής στην ανατροφή των ανηλίκων, αλλά και την παρουσία του σε όποιο κρίσιμο ζήτημα ήθελε παρουσιαστεί μέχρι της ενηλικιώσεώς τους και χρήζει αντιμετωπίσεως. Επίσης, η ανάθεση της άσκησης του υπολοίπου περιεχομένου της γονικής μέριμνας από κοινού στους γονείς τους θα είναι πλέον ωφέλιμη γι' αυτά, αφού οι συλλογικές αποφάσεις και ενέργειες, για θέματα που αφορούν το πρόσωπο και την περιουσία τους, είναι πλέον αποδοτικές και ωφέλιμες, καθόσον θα συνενώνονται οι κρίσεις και αποφάσεις των δύο συζύγων, για να επιλυθούν σοβαρά και ουσιώδη προβλήματα, που αφορούν τα ανήλικα. ’λλωστε, οι γονείς των ανηλίκων, με το προαναφερόμενο πρακτικό συμβιβασμού, συμφώνησαν μόνον την ανάθεση της επιμέλειας των τέκνων τους στη μητέρα τους, επιμαρτυρεί δε η συμφωνία τους αυτή την κοινή και κατά τεκμήριο αντικειμενική αντίληψη για το συμφέρον των τέκνων τους. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση ανέθεσε στην πρώτη εκκαλούσα μητέρα των ανηλίκων μόνον την άσκηση της επιμέλειας επ' αυτών και όχι τη γονική μέριμνα στο σύνολο της, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και ο σχετικός περί του αντιθέτου λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος.
Σύμφωνα με το άρθρο 681Γ ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 § 3 του ν. 2521/1997, που ισχύει από 30.12.1996 και όπως αντικαταστάθηκαν στη συνέχεια οι παράγραφοι 2, 3 και 4 αυτού με το άρθρο 19 § 3 του ν. 2521/1997 και ισχύει από 1.9.1997 (ΦΕΚ Α' 174), το στάδιο υποχρεωτικής προδικασίας επί υποθέσεων που αφορούν την άσκηση της γονικής μέριμνας ανηλίκου τέκνου, καθώς και την επικοινωνία των γονέων και των υπολοίπων ανιόντων με το τέκνο, η παράλειψη του οποίου τάσσεται, κατά το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 με την ποινή του απαραδέκτου, περιλαμβάνει και την έρευνα από όργανα της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας των συνθηκών διαβίωσης του ανηλίκου και την υποβολή στο δικαστήριο, έως την ημέρα της συζήτησης, σχετικής αναλυτικής έκθεσης. Για την τήρηση, όμως, της προδικασίας αυτής απαιτείται η, κατά τα άρθρα 49 επ. του άνω ν. 2447/96, ίδρυση των κατά πρωτοδικείο κοινωνικών υπηρεσιών, που θα λειτουργούν ως αυτοτελείς αποκεντρωμένες υπηρεσίες, Συνεπώς, έως την έκδοση των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων, η τήρηση της άνω προϋπόθεσης ατονεί και έτσι δεν δημιουργείται απαράδεκτο (βλ. ΕφΑΘ 2105/2000 ΕλλΔνη 42.177). Στην προκείμενη περίπτωση, η πρώτη εκκαλούσα ισχυρίζεται, με σχετικό λόγο της έφεσης, ότι η εναντίον της αγωγή επικοινωνίας έπρεπε να απορριφθεί, ως κατ' ουσίαν αβάσιμος, διότι, όπως προκύπτει από την εκκαλούμενη απόφαση, πράγματι δεν τηρήθηκε η εν λόγω προδικασία της έρευνας των συνθηκών διαβίωσης των ανηλίκων από τα αρμόδια όργανα, πλην όμως η μη τήρηση αυτής δεν δημιουργεί απαράδεκτο και το δικαστήριο δεν εμποδίζεται να δικάσει και χωρίς αυτήν, σύμφωνα και με την παρ. 4 του ιδίου ως άνω άρθρου, διότι δεν εκδόθηκαν ακόμη τα σχετικά προεδρικά διατάγματα για την, κατά τα άρθρα 49 επ. του ν. 2447/1996, ίδρυση των, κατά πρωτοδικείο, κοινωνικών υπηρεσιών, που θα λειτουργήσουν ως αυτοτελείς αποκεντρωμένες υπηρεσίες. Κατά τη διάταξη του άρθρου 1520 ΑΚ, ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό και στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων του ανηλίκου, ως προς την άσκηση του ανωτέρω δικαιώματος, το δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία. Το τέκνο του απορρέει από το φυσικό δεσμό του αίματος και του αισθήματος στοργής προς αυτό, συντελεί δε στην ανάπτυξη του ψυχικού του κόσμου και την εν γένει προσωπικότητα του, γι' αυτό η άσκηση του αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Εξάλλου, η ρύθμιση του ανωτέρω δικαιώματος επικοινωνίας λειτουργεί μέσα στο γενικότερο πλαίσιο διατάξεων που προβλέπουν την άσκηση του δικαιώματος, αλλά και του καθήκοντος των γονέων περί τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους (άρθρα 1510 επ. ΑΚ), για την οποία ο νόμος (άρθρα 1511 και 1512 ΑΚ) επιτάσσει η ρύθμιση αυτή να αποβλέπει πρωτίστως στο συμφέρον του τέκνου. Επομένως και το δικαστήριο, όταν ρυθμίζει την άσκηση της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο του, πρέπει πάντοτε να αποφασίζει με οδηγό το καλώς εννοούμενο συμφέρον του τελευταίου, λαμβάνοντας υπόψη του τις προκύπτουσες συντρέχουσες συνθήκες και περιστάσεις κάτω από τις οποίες θα ασκείται η προσωπική αυτή επικοινωνία στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 1516/2005 ΝοΒ 2006.400, ΑΠ 534/1991 ΕλλΔνη 32.1505, ΕφΑΘ 2758/1998 ΕλλΔνη 39.1646, Εφθεσ 2322/1997 ΕλλΔνη 40.358). Ο ισχυρισμός της πρώτης εκκαλούσης - μητέρας των ανηλίκων, ότι η διανυκτέρευση αυτών με τον πατέρα τους θα έχει δυσμενή επίδραση στην περαιτέρω ομαλή ψυχοσωματική και ψυχοδιανοητική τους ανάπτυξη, καθόσον το περιβάλλον του πατέρα τους είναι άγνωστο σ' αυτά, κρίνεται αβάσιμος, αφού από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ότι η διανυκτέρευση των ανηλίκων στην οικία του πατέρα τους θα δημιουργήσει σ' αυτά οποιοδήποτε πρόβλημα, αντίθετα δε θα συμβάλει στη δημιουργία ψυχικού και συναισθηματικού δεσμού των ανηλίκων με τον πατέρα τους. ’λλωστε, εάν δεν υπάρχει και διανυκτέρευση των ανηλίκων με τον πατέρα τους και επομένως περισσότερες ώρες συμβιώσεως τους μαζί του, δεν θα μπορέσουν να προσαρμοστούν ομαλά στο περιβάλλον αυτού, αλλά και να αναπτυχθεί μεταξύ τους ψυχικός και συναισθηματικός δεσμός, πράγμα το οποίο ίσως επηρεάσει δυσμενώς την ψυχική τους ισορροπία.
ΠΗΓΗ: http://xkarampagias.gr/page2.php?postPage=26

Δεν υπάρχουν σχόλια: