Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2011

529/2007 ΕφΘρακ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΙΧΑΚΗΣ

Αριθμός 529/2007

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές. Νικόλαο Μπιχάκη, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Χατζηχαραλάμπους, Εφέτη, Μυρσίνη Παπαχίου, Εφέτη-Εισηγήτρια και τη Γραμματέα Φωτεινή Σπίνου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 20 Απριλίου 2007, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ-ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Δ.Ι του Ι., κατοίκου Καβάλας, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας του δικηγόρου Αλεξάνδρας Νικολαΐδου του Δικηγορικού Συλλόγου Καβάλας, που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Α. Π. του Ιωάννη συζ. Δ. Ι., κατοίκου Καβάλας, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ιωάννη Γάκη, του Δικηγορικού Συλλόγου .Καβάλας, που κατέθεσε προτάσεις.
      Η ενάγουσα-εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη;
με την από 17-1 1-2004 αγωγή της, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, απευθυνόμενη και στρεφόμενη κατά του εναγομένου-ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ζήτησε τα όσα αναφέρονται σε αυτή.
      Ο ενάγων-εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την από 9-2-2005 αγωγή του, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, απευθυνόμενη και στρεφόμενη κατά της εναγομένης-ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, ζήτησε τα όσα αναφέρονται σ' αυτή.
    Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης, εξεδόθη η υπ' αριθμ. 222/2005 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, με την οποία αυτό δέχθηκε την αγωγή της ενάγουσας και απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος.
 Την απόφαση αυτή εξεκάλεσε στο Δικαστήριο αυτό, ο ενάγων-εναγόμενος, με την από 27-10-2005 έφεση του και ορίσθηκε δικάσιμος με την υπ' αριθμ. 60/2006 πράξη του Γραμματέως του Δικαστηρίου αυτού, η 27-10-2006 και μετά από αναβολή, η παραπάνω αναφερομένη ημέρα συνεδριάσεως, κατά την οποία έγινε η συζήτηση της υπόθεσης.
Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 7/10-2005 (αριθμ. εκθ. καταθ.322/27-10-2005)  έφεση,   εκκαλούντα-ενάγοντα-εναγομένου, κατά της υπ' αριθμ. 222/2005 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, η οποία   εκδόθηκε   κατά   την   ειδική   διαδικασία   των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρα 681 ΕΓ σε συνδ. με αρ. 666 παρ.1, 667, 670, 671  παρ.1-3,  672-676 ΚΠολΔ),  κατ'  αντιμωλία των διαδίκων,   επί  συνεκδικαζομένων  αντιθέτων  αγωγών, ήτοι της από 9-11-2004 (αριθμ. εκθ. καταθ. 383/17-11-2004) της εφεσίβλητης-ενάγουσας-εναγομένης και της από 3-2-2005  (αριθμ.  εκθ.  καταθ.  34/9-2-2005) του εκκαλούντα-ενάγοντος-εναγομένου, ασκήθηκε νομότυπα με   την   κατάθεση   δικογράφου   στη   γραμματεία   του Δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, ήτοι  εντός  της  από  το  άρθρο  518  παρ. 1 ΚΠολΔ, προθεσμίας (άρθρα 495 παρ.1, 499, 500, 51 1, 513, 516, 517, 518 παρ. 1, 591 παρ.1 ΚΠολΔ). Συνεπώς, η ένδικη έφεση, που αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγο)ν της, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

I. Με την από 9-11-2004 (αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη εκθέτει ότι από τον τελεσθέντα στις 21-4-1998 νόμιμο γάμο της με τον εναγόμενο απέκτησε ένα τέκνο τον Ιάκωβο, που γεννήθηκε στις 19-8-2001. Ότι η έγγαμη συμβίωση τους διακόπηκε οριστικά στις 8-9-2004 για τους εκτιθέμενους στο δικόγραφο λόγους, που αφορούν  το  πρόσωπο του  εναγομένου. Ότι  με  την υπ'αριθμ. 1740/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, που εκδόθηκε με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ανατέθηκε προσωρινά η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου   τέκνου της σ'αυτήν. Ότι το αληθινό συμφέρον του ανηλίκου τέκνου επιβάλει την ανάθεση της  επιμέλειας  του  αποκλειστικά  σ'αυτήν,  η  οποία παρέχει όλα τα εχέγγυα για να ανταποκριθεί επιτυχώς στο εν λόγω   λειτούργημα. Με αυτό το ιστορικό διώκεται να ανατεθεί η επιμέλεια του άνω. ανηλίκου τέκνου αποκλειστικά στην ενάγουσα και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει ως χρηματική διατροφή για το ανήλικο αυτό τέκνο, επί μία διετία    από την επίδοση της αγωγής, το ποσό των 200 ευρώ στην αρχή κάθε   μηνός, με τους νόμιμους τόκους από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δύσης έως την εξόφληση της.
II. Με την από 3-2-2005 (αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005) αγωγή ενώπιον του ιδίου ως άνο.) /Δικαστηρίου ο ενάγων και ήδη εκκαλών εκθέτει, πλην των αναφερόμενων στην πρώτη αγωγή περιστατικών, που αφορούν την τέλεση του γάμου τοτΰ"Λμε την εναγομένη, τη γέννηση του κοινού ανηλίκου/ τέκνου τους, τη διακοπή της έγγαμης συυιβίωσης τους για τους εκτιθέμενους στο δικόγραφο λόγους, που αφορούν το πρόσωπο της εναγομένης και την έκδοση της ως άνω αποφάσεως  ασφαλιστικών  μέτρων,  ότι η   εναγομένη πάσχει από ψυχική νόσο και υποβάλλεται σε χρόνια φαρμακευτική αγωγή τουλάχιστον από το έτος 1997 με ψυχοφάρμακα,  όπως τα  φάρμακα RisperdalSolian, Geodon, και ότι, συνεπεία της ψυχικής αυτής νόσου της μητέρας,   το    ανήλικο   τέκνο   αντιμετωπίζει   άμεσο σωματικό και ψυχικό κίνδυνο. Ότι το ανήλικο τέκνο διακατέχεται από έντονο συναίσθημα ανασφάλειας και παρουσιάζει  διαταραχές  συμπεριφοράς,  γεγονός που διαπιστώθηκε από παιδοψυχολόγο. Ότι ενόψει τούτων το  αληθινό   συμφέρον  του   ανηλίκου   επιβάλλει  την αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας από την εναγομένη    μητέρα   του και την ανάθεση αυτής αποκλειστικά σ' αυτόν, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει το εν λόγω  λειτούργημα  κατά  τρόπο  που ανταποκρίνεται στο  συμφέρον του  ανηλίκου τέκνου του. Με αυτό το ιστορικό διώκεται η αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων από την εναγομένη   και η ανάθεση αυτής άλλως της επιμέλειας του ανηλίκου αποκλειστικά στον ενάγοντα.
Επί των αγωγών αυτών που συνεκδικάσθηκαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία
α) απορρίφθηκε η υπ" αριθμ. εκθ. καταθ. 34/2005 αγωγή και
β) έγινε δεκτή η υπ" αριθμ. εκθ. καταθ. 383/2004 αγωγή και ειδικότερα:
1)  ανατέθηκε στην ενάγουσα ήδη εφεσίβλητη η αποκλειστική άσκηση της επιμέλειας για το εν λόγω ανήλικο τέκνο των διαδίκων και
2) υποχρεώθηκε  ο εναγόμενος ήδη εκκαλών να καταβάλλει ως χρηματική διατροφή για το ανήλικο τέκνο το ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως, το πρώτο πενθήμερο κάθε μηνός, με τους νόμιμους τόκους από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση της. για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής.   Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται  ο   εκκαλών-ενάγων-εναγόμενος την ένδικη έφεση του για κακή εκτίμηση των αποδείξεων (καθόσον αφορά ειδικότερα την αδυναμία της αντιδίκου συζύγου του να αναλάβει την επιμέλεια του ανηλίκου κοινού τέκνου τους) και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου   και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως ώστε να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή της εφεσίβλητης και να γίνει δεκτή η αγωγή του ως κατ' ουσίαν βάσιμη.
ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68 1Β και 68 1Γ του ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 38 του νόμου 2447/1996, που ισχύει από 30-12-1996, και αντικαταστάθηκαν στη συνέχεια οι παράγραφοι 2 και 3 αυτού με το άρθρο 19 παρ. 3 του νόμου 2521/1997, που ισχύει από 1-9-1997, σαφώς συνάγεται ότχ στια διαφορές που υπάγονται στις άνω διατάξεις και αφορούν την άσκηση της γονικής μέριμνας ανηλίκων, την επιμέλεια τους και την επικοινωνία των γονέων τους και των λοιπών ανιόντων τους με αυτά καθιερώνεται τόσο στον πρώτο βαθμό ενώπιον του Μονομελούς και του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, όσο και στον δεύτερο βαθμό ενώπιον του  Εφετείου, στάδιο υποχρεωτικής   προδικασίας για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, κατά το οποίο απαιτείται η ακρόαση των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους, καθώς και η λήψη υπόψη της γνώμης των   ανηλίκων, εφόσον αυτά έχουν την ωριμότητα να αντιληφθούν το συμφέρον τους, πάντα δε τα ανωτέρω με ποινή απαραδέκτου, το οποίο ερευνάται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο    (ΕφΑθ 1898/2000 ΕλλΔνη 42.455, ΕφΑθ 9215/1999 ΕλλΔνη 40.1109,    ΕφΑθ    6124/1999, ΕφΑθ 9116/1998 αδημοσίευτες σε νομικά περιοδικά, Βαθρακοκοίλη, Οι τροποποιήσεις ΚΠολΔ, εκδ. 1997, άρθρο 681Γ, σελ.51 επ.). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 527 και 535 παρ.1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου (στο οποίο μεταβιβάζεται η υπόθεση κατά τα δια της εφέσεως και των   προσθέτων   λόγων καθοριζόμενα όρια   δίκης) διέρχεται  τρία  στάδια  κατά  τα οποία   εξετάζονται: πρώτον το παραδεκτό της ασκηθείσης εφέσεως (άρθρο 532 παρ.1), δεύτερο το παραδεκτό ενός εκάστου των λόγων αυτής και τρίτον το κατ'ουσία βάσιμο αυτών (άρθρο 533 παρ.1). Το βάσιμο ή  μη των λόγων της εφέσεως κρίνεται υπό του Εφετείου εκ της εκτιμήσεως υπ'αυτού του συγκεντρωθέντος σ'αυτό και στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εν γένει αποδεικτικού υλικού, συμπεριλαμβανομένου και του προσκομισθέντος τοιούτου  το  πρώτον στην κατ'έφεση δίκη υπό τις προϋποθέσεις και τους ορισμούς του άρθρου 529 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ.
 Το   Εφετείο όμως, του νόμου μη ορίζοντος το εναντίον, κατ'ορθή έννοια των άνω διατάξεων, δεν κωλύεται για την κατά την κρίση του ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας του λόγου της εφέσεως και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς,   χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση, να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις δια των αναφερομένων στο   άρθρο 339 ΚΠολΔ αποδεικτικών μέσων, μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη, η εξέταση των διαδίκων και τα έγγραφα,  ώστε  μετά την  εκτίμηση  των αποδείξεων τούτων που θα διεξαχθούν και την επανεκτίμηση εκείνων της εκκαλουμένης αποφάσεως, να κρίνει εάν είναι εσφαλμένη ή μη η   δι'εφέσεως   πληττόμενη απόφαση και σε καταφατική περίπτωση να αποφανθεί περί της βασιμότητας του λόγου της εφέσεως και εκ τούτου, κατ' επιταγή πλέον του νόμου (άρθρου 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) να εξαφανίσει τότε την απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, εφόσον κατά την έννοια της άνω διατάξεως προϋπόθεση της εξαφανίσεως αυτής (αποφάσεως) είναι, η υπό του Εφετείου προηγούμενη διάγνωση της βασιμότητας του λόγου της εφέσεως, η οποία επιτυγχάνεται κυριαρχικά/ς υπ' αυτού (Εφετείου) κατά τα προεκτεθέντα.
Το αντίθετο δεν συνάγεται εκ της διατάξεως του άρθρου//535 παρ. 1 ΚΠολΔ, αλλά τουναντίον, εκ της εχούσης και στο Εφετείο (άρθρο 524παρ. 1) εφαρμογή διατάξεως του άρθρου 245 παρ. 1 του ; ίδιου Κώδικα, που ορίζει ότι «το Δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να   διατάξει οτιδήποτε μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς και ιδιαίτερα την αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων ή των νόμιμων αντιπροσώπων τους στο ακροατήριο για την υποβολή ερωτήσεων και την παροχή διασαφήσεων σχετικά με την υπόθεση», σαφώς προκύπτει ότι το Εφετείο δικαιούται να προβεί στην ανωτέρω νόμιμη ενέργεια, δηλαδή να διατάξει νέες αποδείξεις ή συμπληρωματικές που συντελούν στη διάγνωση της βασιμότητας του λόγου της εφέσεως και της εν γένει διαφοράς χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση (ολΑΓί 1285/1982 ΝοΒ 31.219, ΑΠ   132/1988   ΕλλΔνη   29.1600,   ΕφΑθ   5827/2004 ΕλλΔνη 46.243).  Η πιο πάνω διάταξη (άρθρο 245 παρ. 1) εφαρμόζεται και στην προβλεπόμενη από το άρθρο 681 Β του ΚΠολΔ ειδική διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 591  παρ.  1  του ΚΠολΔ, εφόσον δεν υπάρχει διαφορετική  ρύθμιση που προσκρούει στις διατάξεις που διέπουν τη διαδικασία αυτή.
IV. Στην προκειμένη περίπτωση υπόκειται προς κρίση διαφορά που αφορά στη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας άλλως επιμέλειας ανηλίκου τέκνου και την επιδίκαση οριστικής διατροφής. Επομένως είναι υποχρεωτική η απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, όσον αφορά την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας του με την οποία διαμένει, προκειμένου να ληφθεί η γνώμη του.

Περαιτέρω, από την επανεκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των αποδεικτικών στοιχείων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, δεν είναι δυνατόν να συναχθεί ασφαλής δικανική πεποίθηση ως προς τη  ρύθμιση  του λειτουργικού καθήκοντος της άσκησης της γονικής μέριμνας του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, δοθέντος ότι ενόψει και των αντίθετων ισχυρισμών αυτών, παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση και επεξήγηση για την πληρέστερη διερεύνηση της ουσίας τούτων και την ορθή διάγνωση της διαφοράς. Ειδικότερα ανακύπτουν ως κρίσιμα τα εξής αμφιλεγόμενα ζητήματα:  
Εάν η εφεσίβλητη πάσχει από ψυχικό νόσημα ή άλλη ψυχική διαταραχή και υποβάλλεται σε φαρμακευτική  αγωγή  με ψυχοφάρμακα,  αν η  τυχόν κακή  ψυχική της υγεία εγκυμονεί κινδύνους για τη σωματική και ψυχική υγεία του ανηλίκου τέκνου της, το οποίο συμβιώνει μαζί της, αν τυχόν επηρεάζεται από αυτήν και αντικειμενικά δεν έχει τη δυνατότητα να ασκήσει αυτοπροσώπως την επιμέλεια αυτού, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή του εκκαλούντος-ενάγοντος.   Οι προσκομιζόμενες  από  τους  διαδίκους ιατρικές γνωματεύσεις και γνωμοδοτήσεις, που αφορούν το ζήτημα της κατάστασης της ψυχικής υγείας της ενάγουσας-εφεσίβλητης, είναι ασαφείς και αλληλοαναιρούνται.
Ειδικότερα, στο με ημερομηνία 15-5-1997 Φύλλο Εξωτερικού Ιατρείου-Ψυχιατρικό Τμήμα Γενικού Νομαρχιακού  Νοσοκομείου-  Κέντρο Υγείας Λήμνου αναφέρεται για την ενάγουσα-εφεσίβλητη ως διάγνωση νόσου «ψυχωσικό επεισόδιο παρανοϊκού τύπου».    
Η  Ξανθούλα Πιστοφίδου, Ψυχίατρος-Ψυχοθεραπεύτρια στην από 24-9-2004 ιατρική γνωμάτευση της αναφέρει ότι παρακολουθεί την ενάγουσα-εφεσίβλητη από το έτος 1997  για διαταραχή διάθεσης εποχιακού τύπου, ότι αυτή έχει παρουσιάσει από την αρχή της παρακολούθησης τρία (3) υπομανιακά επεισόδια περιοριζόμενα με θεραπεία σε διάστημα λίγων ημερών, ότι κατά τα τελευταία δυο (2) έτη λαμβάνει εποχιακά προληπτική αγωγή και δεν ενεφανίσθη καμία συμπτωματολογία, καθώς επίσης ότι είναι απόλυτα συνεργάσιμη, πλήρως λειτουργική και δεν υπάρχει στο ιστορικό της σημείο επικινδυνότητας.

Η Φεβρωνία Ζαχαροπούλου, Ψυχίατρος, Επιμελήτρια Α', του Ψυχιατρικού Τμήματος του Νομαρχιακού Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας, στην από 10-10-2004 ιατρική γνωμάτευση της, την οποία συνέταξε σε εκτέλεση της υπ' αριθμ. 1604/2004 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Καβάλας (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), αναφέρει ότι η νάγουσα-εφεσίβλητη έχει επίγνωση για χρόνο, τόπο και εαυτό, δεν εμφανίζει παραληρητικές ιδέες,  έχει πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας  και δεν παρουσιάζει διαταραχές της συμπεριφοράς, ότι υπάρχει ιστορικό με συναισθηματική διαταραχή, η οποία άρχισε το  1997 μετά από έντονα πιεστικά στρεσογόνα γεγονότα της , ζωής, ότι ακολούθησε θεραπευτική αγωγή και σύντομα  αποθεραπεύτηκε, ότι η συναισθηματική αυτή διαταραχή εμφανίζεται εποχιακά, αλλά η ενάγουσα-εφεσίβλητη αντιλαμβάνεται την αρχή της και ακολουθεί θεραπευτική αγωγή με ειδική παρακολούθηση από ψυχίατρο και ότι είναι σε  θέση να επιμεληθεί το ανήλικο τέκνο της.
Η ίδια ιατρός στην από 24-5-2005 ιατρική γνωμάτευση της, αναφέρει ότι η ενάγουσα-εφεσίβλητη ότι δεν παρουσιάζει παρανοϊκό ιδεασμό, ούτε  διαταραχές  της συμπεριφοράς,  ότι παρόλη  τη θεραπεία  είναι λειτουργική επαγγελματικά και στις καθημερινές της υποχρεώσεις και ότι είναι σε θέση να επιμεληθεί το ανήλικο τέκνο της.  
Ο Εμμανουήλ Πατελάρος Ψυχίατρος Επιμελητής Α' και Αλέξανδρος Γουλιανός Ψυχίατρος Διευθυντής αντίστοιχα του Κέντρου Ψυχικής Υγείας Καβάλας στην από 16-5-2005 ιατρική   γνωμάτευση   αναφέρουν   ότι   η   ενάγουσα-εφεσίβλητη πάσχει από   διπολική συναισθηματική διαταραχή, ότι η εν λόγω πάθηση χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερθυμίας (υπομανίας), που εναλλάσσονται με  περιόδους φυσιολογικού συναισθήματος ή κατάθλιψης, ότι αυτή έχει παρουσιάσει  3-4  τέτοια επεισόδια διάρκειας μερικών μηνών, κατά τα οποία παρουσιάζει συναισθηματική  υπερένταση,  ανησυχία, ευερεθιστότητα και διάσπαση προσοχής, επιπλέον δε στο  πρώτο  επεισόδιο  είχε  παρουσιάσει  εσφαλμένη αντίληψη  και κρίση, ότι, για την αντιμετώπιση της
 ................... ; ...................... αυτοκινήτου) αναφέρει ότι από την εξέταση της ενάγουσας-εφεσίβλητης  διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει ενεργός μείζων ψυχοπαθολογία (ψύχωση-μανιοκατάθλιψη).   
Αντίθετα, στις προσκομιζόμενες μετ'επικλήσεως από τον ενάγοντα-εκκαλούντα ιδιωτικές ιατρικές γνωμοδοτήσεις του Αθανασίου Αρναούτογλου,  Νευρολόγου-Ψυχιάτρου,  Αναπληρωτή Καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Αστεριού Φωτιάδη, Ψυχιάτρου (οι οποίοι δεν εξέτασαν την ενάγουσα-εφεσίβλητη) υποστηρίζεται στην από 29-6-2005  γνωμοδότηση  του  πρώτου  ότι η   ενάγουσα-εφεσίβλητη πάσχει από διπολική συναισθηματική διαταραχή εποχιακής φύσεως, η οποία χαρακτηρίζεται από φάσεις μελαγχολίας και μανίας και ότι αδυνατεί να εγγυηθεί το ασφαλές της επιμέλειας του τέκνου της, δεδομένου ότι σε φάση  εξάρσεως της νόσου  είναι δυνατό να καταργηθεί ακόμη και αυτό το συναίσθημα της αυτοσυντηρήσεως και στην από   
19-4-2007 γνωμοδότηση του δευτέρου ότι τα συμπτώματα και το ιστορικό της ενάγουσας εφεσίβλητης δεν συνηγορούν για διπολική διαταραχή και η φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνει είναι  ακατάλληλη για  τη  νόσο  αυτή,  ότι εμφανίζει (η ενάγουσα-εφεσίβλητη) συμπτώματα  παραληρητικής (παρανοϊκής) διαταραχής και τέλος αν γίνει δεκτό ότι πάσχει από διπολική διαταραχή η εξέλιξη θα χαρακτηρίζεται από υποτροπές.
Ενόψει των ανωτέρω απαιτείται πληρέστερη εκτίμηση της ψυχικής υγείας   της   ενάγουσας-εφεσίβλητης για την οποία κρίνεται αναγκαία η διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης από Ψυχίατρο της  Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου «ΑΧΕΠΑ» Θεσσαλονίκης. Το ίδιο ισχύει και ως προς τον ενάγοντα-εκκαλούντα, ο οποίος, στα πλαίσια    συνεργασίας που είχε ως γονέας για προβλήματα του ανηλίκου τέκνου του, έδωσε δείγματα αρνητικής συμπεριφοράς, όπως αναφέρεται στη σχετική βεβαίωση του Παναγιώτη Σαμαρά,  Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου, και συνεστήθη η εξέταση του από ψυχίατρο, όπως αναφέρεται στις σχετικές βεβαιώσεις της  Παναγιώτας  Αλτιντή, Κλινικής-Συμβουλευτικής Ψυχολόγου. Περαιτέρω, το Δικαστήριο δεν μπορεί να οδηγηθεί σε ασφαλές  συμπέρασμα  ως  προς  την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του ανηλίκου Ιακώβου και εν  γένει  συμπεριφορά του  και αν  αυτές  είναι αποτέλεσμα του χωρισμού των γονέων του ή και της συμπεριφοράς της ενάγουσας-εφεσίβλητης μητέρας του προς   αυτόν. 
 Ειδικότερα, ο Παναγιώτης Σαμαράς, Εκπαιδευτικός Ψυχολόγος, αναφέρει στην από 5-11-2004 έκθεση-διάγνωση (συνετάγη όταν ο ανήλικος ήταν 3 ετών και 2 μηνών), ότι ο ανήλικος  παρουσιάζει έντονο το αίσθημα της ανασφάλειας και παλινδρομικές συμπεριφορές   και  ότι  αντιμετωπίζει  συμπεριφορικά προβλήματα που οφείλονται στη διάζευξη των γονέων του και επιδεινώνονται από τη λανθασμένη διαχείριση της  συμπεριφοράς  του στην από  4-3-2005 έκθεση-διάγνωση (συνετάγη όταν ο ανήλικος ήταν 3 ετών και 6 μηνών), ότι συμπεριφορές (επιθετικότητα, υπερδραστηριότητα και αδυναμία συγκέντρωσης, ανησυχία, κνησμός, παλινδρομικές   συμπεριφορές. (αρνητισμός  και  φοβίες)  έχουν   μειωθεί  αισθητά  σε βαθμό που η   ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του κρίνεται βελτιωμένη και τέλος στις από 4-5-2006 και 13-1 1-2006 βεβαιώσεις (συνετάγησαν όταν ο ανήλικος ήταν 4 ετών και 8 μηνών και 5 ετών και 2 μηνών αντίστοιχα) ότι ενώ στους πρώτους μήνες παρακολούθησης    του ανήλικου υπήρχε σταθερή βελτίωση της εικόνας του τα αποτελέσματα δεν είναι τα επιθυμητά λόγω της αρνητικής στάσης του πατέρα και της εμμονής του να αποσπάσει διάγνωση με βάση τις προσωπικές του  αυθαίρετες ερασιτεχνικές  ερμηνείες ψυχιατρικών ερευνών και ότι η συναισθηματική κατάσταση του ανηλίκου είναι καλή αλλά θα μπορούσε να είναι καλύτερη και αυτό διότι η έλλειψη αποδοχής και συνεργασίας του πατέρα αποδυναμώνει την προσπάθεια.

Αντίθετα, η Παναγιώτα Αλτιντή, Κλινική -Συμβουλευτική Ψυχολόγος, στην από 4-3-2006 έκθεση-γνωμάτευση (συνετάγη όταν ο ανήλικος ήταν 4 ετών και 6 μηνών), την οποία προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων-εκκαλών, αναφέρει ότι ο ανήλικος είναι παιδί με  σοβαρή  ψυχοπαθολογία στη  συναισθηματική  του ανάπτυξη, με συμπτώματα χρόνιας διαταραχής μετατραυματικού στρες,    που διαταράσσουν τη λειτουργικότητα του και συνοδεύονται από οξείες αντιδράσεις γενικευμένου άγχους,  σωματικά συμπτώματα, φόβο και συμπεριφορές παλινδρόμησης (κοινωνική απόσυρση, περιορισμένο συναίσθημα και δυσκολία συγκέντρωσης), τα οποία χαρακτηρίζονται από διέγερση, επιθετικότητα απέναντι στους άλλους και παρορμητικότητα, ότι στην προσπάθεια αναγνώρισης του ακραίου ψυχοτραυματικού γεγονότος διαπιστώθηκε ότι  πρέπει να προέρχεται από την άσχημη και ανάρμοστη παρορμητική συμπεριφορά της ενάγουσας-εφεσίβλητης μητέρας  του,  συνεστήθη δε η άμεση παραπομπή του σε παιδοψυχίατρο και η εξέταση και των δυο γονέων από ψυχίατρο.

Η ίδια Ψυχολόγος στην από 25-10-2006 έκθεση-γνωμάτευση (συνετάγη όταν ο ανήλικος ήταν 5 ετών και 2 μηνών) αναφέρει ότι ο ανήλικος παρουσιάζει φοβίες σε σχέση με τη ζωή του και    τη     σωματική     του     ακεραιότητα,     αίσθημα κατωτερότητας και μειωμένη αυτοεκτίμηση,  εξαιτίας της καταπιεστικής συμπεριφοράς της μητέρας του αλλά και της άσχημης συμπεριφοράς του θείου του, σημάδια απάθειας    και    συναισθηματικής    ψυχρότητας    που οφείλονται σε αυστηρή διαπαιδαγώγηση, συνεστήθη δε η άμεση παραπομπή του ανηλίκου σε παιδοψυχίατρο και η  εξέταση  και των δυο γονέων από ψυχίατρο. Ενόψει των ανωτέρω και ότι μέχρι σήμερα δεν έγινε ολοκληρωμένη      παιδοψυχιατρική      εκτίμηση      της ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης    του     ανηλίκου κρίνεται   αναγκαία   η   διενέργεια   παιδοψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης προκειμένου να γίνει εκτίμηση αυτής  και της  εν γενεί συμπεριφοράς του  και να διερευνηθεί, αν χρήζει κάποιας υποστηρικτικής αγωγής από Παιδοψυχίατρο του  Ψυχιατρικού  Τμήματος της Πανεπιστημιακής      Κλινικής      του      Νοσοκομείου «ΑΧΕΠΑ» Θεσσαλονίκης στην οποία θα μεταβαίνει ο ανήλικος με την επιμέλεια της ενάγουσας- εφεσίβλητης μητέρας του και οι διάδικοι γονείς  θα  παράσχουν οιαδήποτε  βοήθεια ή  συνεργασία τους ζητηθεί  στα πλαίσια των διεθνώς αναγνωρισμένων κανόνων της εν λόγω     πραγματογνωμοσύνης.    

Επίσης, λόγω της δεδομένης αντιδικίας των διαδίκων και της διαστάσεως των απόψεων τους περί του κρισίμου και επιμάχου θέματος του συμφέροντος του ανηλίκου για τη ρύθμιση της άσκησης της γονικής μέριμνας, άλλως της επιμέλειας του προσώπου του, κρίνεται   αναγκαίο,  για την πληρέστερη διερεύνηση  της ουσίας της εφέσεως, η αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων γονέων του για την παροχή διασαφήσεων και την υποβολή ερωτήσεων προς αυτούς, σχετικά με τις σχέσεις καθενός  απ' αυτούς    προς    το τέκνο τους. όσο διαρκούσε η έγγαμη συμβίωση  τους, το περιβάλλον στο οποίο βιώνει το ανήλικο μαζί με τη μητέρα του, καθώς και το περιβάλλον και  τις συνθήκες  ζωής του πατέρα  του, τις  αιτιάσεις  που εκατέρωθεν διατυπώνονται  ως προς  τη     μεταχείριση   του ανηλίκου, καθώς και τους δεσμούς που έχει αναπτύξει το   ανήλικο με  καθένα από αυτούς και της δυνατότητας  προσαρμογής  του ανηλίκου προς  το περιβάλλον καθενός γονέα. Κατ'  ακολουθία  τούτων προς συμπλήρωση των κενών και αμφίβολων σημείων που παρουσιάζονται   το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση,  να αναβάλλει την έκδοση της οριστικής αποφάσεως του και διατάξει:

α) την αυτοπρόσωπη εμφάνιση των συζύγων διαδίκων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, προκειμένου   να επιχειρηθεί η προβλεπομένη από το άρθρο 681 Γ παρ.2  εδ.β'  ΚΠολΔ, συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς αυτής και για την υποβολή σ'     αυτούς ερωτήσεων και παροχή διασαφήσεων,  σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στο  σκεπτικό, προκειμένου  να καταστεί δυνατός ο σχηματισμός πλήρους δικανικής: πεποιθήσεως για τη βασιμότητα ή μη των λόγων της ασκηθείσης εφέσεως,
β) την εμφάνιση με την επιμέλεια της ενάγουσας-εφεσίβλητης στο Δικαστήριο του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων,   προκειμένου να επικοινωνήσει το Δικαστήριο με αυτό και να λάβει υπόψη τη γνώμη του και   
γ) τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ   αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ   τυπικά την έφεση.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ ν' αποφασίσει οριστικά για την ουσία της   εφέσεως.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζητήσεως της κρινομένης εφέσεως με σκοπό κατά τη νέα συζήτηση της  υποθέσεως,   που   θα  οριστεί με επιμέλεια  του επμελεστέρου των διαδίκων, την ενώπιον αυτού του , Δκαστηρίου αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων συζύγων, προκειμένου  να επιχειρηθεί η προβλεπομένη από το άρθρο 681 Γ παρ. 2 εδ. βΛ   ΚΠολΔ, συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς αυτής και υποβολή σ' αυτούς ερωτήσεων και παροχής διασαφήσεων, σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στο σκεπτικό και την εμφάνιση του ανηλίκου, τέκνου των διαδίκων με την επιμέλεια της ενάγουσας-εφεσίβλητης προκειμένου να επικοινωνήσει το Δικαστήριο με αυτό και να λάβει υπόψη τη γνώμη του.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διενέργεια ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης της ενάγογουσας- εφεσίβλητης Αλεξάνδρας Πολυχρονίδου του Ι. και του ενάγοντος-εκκαλούντος    Δ.Ι    του Ι.

ΔΙΟΡΙΖΕΙ ως πραγματογνώμονα τον Δημήτριο Κανδύλη, Ψυχίατρο της Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου <<ΑΧΕΠΑ» Θεσσαλονίκης, κάτοικο Θεσσαλονίκης, ο οποίος αφού δώσει τον όρκο του πραγματογνώμονα, ενώπιον του νεωτέρου Πρωτοδίκου του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας προς αυτόν και αφού λάβει  γνώση της δικογραφίας και όσων άλλων στοιχείων θα θέσουν υπόψη του οι διάδικοι, να προβεί σε Ψυχιατρική εξέταση αυτών, σε συνδυασμό  με   οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο του περιβάλλοντος τους και να αποφανθεί με ειδικά    αιτιολογημένες    εκθέσεις,    σχετικά    με  το αντικείμενο της δίκης και ειδικότερα να απαντήσει στα εξής ερωτήματα, που διατυπώνονται ενδεικτικώς:

 α) ως προς την ενάγουσα-εφεσίβλητη Α. Π. του Ι.,  αν πάσχει από κάποια ψυχική νόσο και σε καταφατική περίπτωση ποια είναι και ποιες οι εκδηλώσεις της, αν εξαιτίας αυτής επηρεάζεται κατά την  άσκηση  της  επιμέλειας  του ανηλίκου τέκνου της Ι., που γεννήθηκε στις 19-8-2001 και μέχρι τώρα συμβιώνει μαζί της, αν είναι πιθανόν να θέσει σε κίνδυνο τη σωματική ή και ψυχική υγεία  αυτού, αν είναι κατάλληλη και επαρκής να αναλάβει την επιμέλεια του με τις ιδιαιτερότητες που τυχόν  παρουσιάζει και 
β) ως προς τον ενάγοντα-εκκαλούντα  Δ. Ι. του Ι.,  αν πάσχει από συγκεκριμένη ψυχική ή άλλη διαταραχή και σε  καταφατική   περίπτωση  ποια  είναι και ποιες οι εκδηλώσεις της, αν η σχέση που έχει αναπτύξει με το ανήλικο τέκνο του κινείται σε φυσιολογικά επίπεδα, αν είναι κατάλληλος και επαρκής να αναλάβει την επιμέλεια αυτού.  Τις εκθέσεις αυτές, στις οποίες θα αναφέρονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν (αριθμός συνεδριών και άλλων εξετάσεων), πρέπει να καταθέσει     στη     Γραμματεία του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την όρκιση του.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ   τη διενέργεια παιδοψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ανηλίκου τέκνου  των διαδίκων Ι., που γεννήθηκε στις 19-8-2001.
ΔΙΟΡΙΖΕΙ   ως  πραγματογνώμονα  τον Γρηγόρη Αμπατζόγλου,  Παιδοψυχίατρο του Παιδοψυχιατρικού Τμήματος  της     Πανεπιστημιακής Κλινικής  του Νοσοκομείου  «ΑΧΕΠΑ»  Θεσσαλονίκης,  κάτοικο Θεσσαλονίκης,  ο  οποίος αφού  δώσει τον  όρκο  του πραγματογνώμονα, ενώπιον του νεωτέρου Πρωτοδίκου του  Πρωτοδικείου  Θεσσαλονίκης,  εντός  προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας προς αυτόν και αφού λάβει γνώση της δικογραφίας και όσων άλλων στοιχείων θα   θέσουν υπόψη του οι διάδικοι και ζητήσει πληροφορίες από τους διαδίκους γονείς  και την  απαιτούμενη  και ενδεδειγμένη  προς τούτο συνεργασία,  να προβεί σε παιδοψυχιατρική εξέταση του ανηλίκου Ιακώβου (ο οποίος θα μεταβαίνει στο νοσοκομείο με    επιμέλεια της ενάγουσας-εφεσίβλητης μητέρας του), σε συνδυασμό με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο του περιβάλλοντος του και να αποφανθεί με ειδικά αιτιολογημένη έκθεση για τα εξής ερωτήματα που διατυπώνονται ενδεικτικός) αν ο ανήλικος εμφανίζει ψυχοσωματικά ή ψυχοπνευματικά προβλήματα και, σε καταφατική περίπτωση, αν τούτο οφείλεται σε συμπεριφορές των γονέων του, και αν χρήζει υποστηρικτικής αγωγής,
β) αν η σχέση που έχει αναπτύξει με τη μητέρα του, με την οποία μέχρι τώρα συμβιώνει, κινείται σε φυσιολογικά επίπεδα ή υποδηλώνει νοσηρότητα και παθολογικές εξαρτήσεις,
γ) με ποιόν από τους δύο γονείς έχει αναπτύξει ο ανήλικοι σταθερό συναισθηματικό δεσμό και ειδικότερα αν υπάρχει τέτοιος δεσμός με τη μητέρα (με την οποία  συμβιώνει όπως αναφέρθηκε)  και αν ο δεσμός αυτός διευκολύνει την περαιτέρω ανάπτυξη του,
γ) αν η ενάγουσα-εφεσίβλητη μητέρα διαθέτει τα ψυχικά προσόντα και την ικανότητα να αναλάβει την επιμέλεια του, με τις   ιδιαιτερότητες που τυχόν παρουσιάζει,  
δ)   σε περίπτωση που η ενάγουσα-εφεσίβλητη μητέρα δεν κριθεί κατάλληλη, εάν ο ενάγων-εκκαλών πατέρας είναι κατάλληλος και επαρκής να αναλάβει την επιμέλεια του ανηλίκου.
Την έκθεση αυτή, στην οποία θα αναφέρονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν (αριθμός συνεδριών και άλλων εξετάσεων), πρέπει να καταθέσει στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, εντός προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την όρκιση του.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Κομοτηνή στις 29 Ιουνίου 2007 και δημοσιεύθηκε εκεί στις 3 Σεπτεμβρίου 2007, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και πληρεξούσιοι δικηγόροι τους .

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια: